Ιερά Μητρόπολις Ρόδου

Copyright ©2017 imr.gr

Disable Preloader
Ιερά Μητρόπολις Ρόδου

Απόστολος Ο Τρύφωνος Μητροπολίτης Ρόδου (1912-1946)

Απόστολος Ο Τρύφωνος Μητροπολίτης Ρόδου (1912-1946), Ἀμασείας (1951-1957). Κατά κόσμον Απόστολος, υιός του Τρύφωνος Χατζηαποστόλου, γεννήθηκε στην Κωμόπολη Κριθιὰ τῆς Θρακικῆς Χερσονήσου (26-11-1878). Μετά τα εγκύκλια μαθήματα στην γενέτειρά του και το Σχολαρχείο Δαρδανελλίων φοίτησε στην Μεγάλη του Γένους Σχολή και κατόπιν στην Θεολογική Σχολή της Χάλκης, από την οποία αποφοίτησε αριστούχος το 1901, με την εναίσιμο επι πτυχίω διατριβή «Τις η σχέσις της περὶ Λόγου διδασκαλίας του Εὐαγγελιστού Ιωάννου προς την του Ιουδαίου Φίλωνος». Με την προτροπή του Πατριάρχου Ιωακείμ του Γ’ εισήλθε στον Κλήρο και την Πατριαρχική Αυλή. Χειροτονήθηκε Διάκονος στον Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου από τον Μητροπολίτη Ηρακλείας Γρηγόριο (6-8-1901). Διετέλεσε Διάκονος του Πατριαρχικοῦ Ναού, Εισηγητής του Πατριαρχικού Γραφείου, Βοηθός του Α’ Πατριαρχικού Γραφείου, βοηθός του Αρχιγραμματέως της Αγίας και Ιεράς Συνόδου, Τριτεύων των Πατριαρχικών Διακόνων, Ὑπογραμματεύς (6-10-1906) και Αρχιγραμματεύς της Αγίας και Ιεράς Συνόδου (12-5-1909). Μητροπολίτης Ρόδου εξελέγη την 11η Ιουνίου 1913 και ενθρονίστηκε στην έδρα του την 1η Απριλίου 1912, ἐξαιτίας της επί δεκάμηνον αρνήσεως των Ιταλικών Αρχών να επιτρέψουν την έλευσή του στη Ρόδο

Ως Μητροπολίτης Ρόδου εργάστηκε συστηματικά και μεθοδικά παρά τις δύσκολες καιρικές συγκυρίες ἐξαιτίας της Ιταλικής κατοχής. Έδωσε ἰδιαίτερη ώθηση στα Εκκλησιαστικά, Κοινοτικά, Εκπαιδευτικά και Μοναστηριακά θέματα της Επαρχίας του και διοργάνωσε ἀποδοτικά το έργο της Ι. Μητροπόλεως σύμφωνα με τις προκλήσεις της εποχής. Το 1915 εξέδωσε το θρησκευτικό δεκαπενθήμερο περιοδικό «Ορθόδοξος Διδαχή», που κυκλοφόρησε μέχρι το 1921, όταν η ιταλική λογοκρισία απαγόρευσε την έκδοσή του. Αγωνίστηκε για την εθνική αποκατάσταση της Δωδεκανήσου και ηταν ο εμπνευστής και διοργανωτής των Συλλαλητηρίων υπέρ της ενώσεως με την Ελλάδα, το αιματηρό Πάσχα του 1919.

Στις 26 Σεπτεμβρίου 1921, οι ιταλικές αρχές της Δωδεκανήσου τον συνέλαβαν και τον εξόρισαν στην Πάτμο και στις 18 Νοεμβρίου 1921 τον απέλασαν στην Κωνσταντινούπολη, όπου παρέμεινε μέχρι τον Οκτώβριο του 1923 ως συνοδικὸς πάρεδρος και πρόεδρος του Δ.Ε.Μ. Μετά την επικράτηση των κεμαλικών αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Τουρκία και ζήτησε από τους Ιταλούς να του επιτρέψουν να επανέλθει στην Επαρχία του. Επειδὴ όμως η άδεια αργούσε να δοθεί το Οικουμενικὸ Πατριαρχείο τον εξέλεξε Μητροπολίτη Βεροίας (Φεβρουάριος 1924) με την ελπίδα ότι οι Ιταλοί θα επέτρεπαν την εγκατάσταση στον διάδοχό του Χρυσόστομο Χατζησταύρου (τότε Μητροπολίτη Ἐφέσου και μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο Αθηνών). Η άρνηση των Αρχών κατοχής να δεχθούν τον νέο Μητροπολίτη είχε ως αποτέλεσμα το Πατριαρχείο να επαναφέρει στην Μητρόπολη Ρόδου τον Απόστολο.

Στην Ρόδο επανήλθε στις 9 Οκτωβρίου 1924. Στα χρόνια που ακολούθησαν οι Ιταλικές αρχές ἐπιδίωξαν να χορηγηθεί στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Δωδεκανήσου Αυτοκέφαλο, γεγονός που προσέκρουσε στην αντίδραση του Οικουμενικού Πατριαρχείου και του Δωδεκανησιακού λαού. Ο Μητροπολίτης Απόστολος βρέθηκε στο επίκεντρο της σχετικής διαμάχης και έγινε δολοφονική απόπειρα ἐναντίον του στις 2 Σεπτεμβρίου 1927 κατά την διάρκεια περιοδείας του στη Νότια Ρόδο.

Κατά τις παραμονές και την διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν οι Ιταλοί απαγόρευσαν την λειτουργία των ελληνικών σχολείων και θέσπισαν την υποχρεωτική φοίτηση στα ιταλικά σχολεία, ὁ Απόστολος οργάνωσε την ελληνική παιδεία με την μορφή των Κατηχητικών σχολείων, τα οποία στα σκλαβωμένα τότε Δωδεκάνησα, υπήρξαν η συνέχεια των Κρυφών Σχολείων της Τουρκοκρατίας και τα οποία παρέδιδαν όχι μόνο θρησκευτικά μαθήματα, αλλά και μαθήματα ελληνικής γλώσσας (αρχαίας και νέας) και ἱστορίας. Επίσης διοργάνωσε τα μαθητικά συσσίτια, τη Σχολή Βυζαντινής Μουσικής και τα Φροντιστήρια για την επιμόρφωση του Κλήρου. Κατά την διάρκεια του πολέμου και ιδιαίτερα κατά την Γερμανική Κατοχή, στάθηκε συμπαραστάτης των καταδιωκομένων, απέτρεψε πολλές θανατικές εκτελέσεις και συνετέλεσε ώστε οι Γερμανοί αποχωρώντας να μην πραγματοποιήσουν την προγραμματισμένη ανατίναξη των κτιρίων της Νέας Αγοράς της πόλεως Ρόδου.

Στις 15 Μαῒου 1945 υποδέχτηκε στην έδρα του τον Αντιβασιλέα-Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Δαμασκηνό. Αργότερα με την υποκίνηση διαφόρων κυβερνητικών και τοπικών παραγόντων, άρχισε η εναντίον του άδικη εκστρατεία. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο, παρόλο που δεν αποδεχόταν τις εναντίον του κατηγορίες, του συνέστησε, για λόγους σκοπιμότητας να υποβάλλει παραίτηση, την οποία έθεσε στην διάθεση της Ι. Συνόδου και η οποία έγινε αποδεκτή στις 8 Ιουνίου 1946.  Αποσύρθηκε τότε και εφησύχασε μέχρι τον θάνατό του στην κατοικία του στα Τριάντα (Ιαλυσό), όπου και συνέγραψε τα Απομνημονεύματά του. Στις 25 Οκτωβρίου 1951 εξελέγη Μητροπολίτης Αμασείας. Απεβίωσε στις 29 Νοεμβρίου 1957 και ετάφη στο Κοιμητήριο της Ορθοδόξου Κοινότητας Ρόδου.

Ο Μητροπολίτης Απόστολος με την ευφυία και την διπλωματική ικανότητα που τον χαρακτήριζε υπήρξε πράγματι «εθνάρχης» του Δωδεκανησιακού λαού καθ΄ όλη την διάρκεια της ιταλικής κατοχής και αγωνίστηκε με σθένος για τα δίκαιά του. Η εναντίον του άδικη πολεμική διαφόρων παραγόντων, κυρίως πολιτειακών, πού είχε ως αποτέλεσμα την παραίτησή του, δεν μπόρεσε να αμαυρώσει την προσωπικότητά του και να μειώσει την αγάπη του λαού προς το πρόσωπό του, στη συνείδηση του οποίου παραμένει ο ευαγγέλικος ποιμήν που θυσίασε εαυτόν «ὑπέρ τῶν προβάτων».

Share: